Τὸ τεῦχος αὐτὸ ἀποτελεῖ συνέχεια τοῦ προηγουμένου. Καὶ τὰ δύο μαζὶ ἀρθρώνουν μιὰ συζήτηση γιὰ ζητήματα ἰδιαιτέρως δύσκολα στὶς μέρες μας. Ὄχι μόνο μιὰ συζήτηση μεταξὺ τοῦ κάθε κειμενογράφου καὶ τῶν ἀναγνωστῶν, ἀλλὰ καὶ μεταξὺ τῶν ἴ-
διων τῶν κειμένων. Τὸ εἴχαμε ἐπισημάνει στὸ Προλογικὸ τοῦ προηγουμένου τεύχους, τὸ ἐπισημαίνουμε κι ἐδῶ. Ἐπίσης στὸ προηγούμενο Προλογικὸ εἴχαμε καταγράψει τὶς πολλαπλὲς καὶ ἰδιάζουσες δυσκολίες ποὺ ἔχουν τὰ ζητήματα περὶ φύλου σήμερα. Οἱ δυσκολίες αὐτὲς προϋποτίθενται κι ἐδῶ.
Τὰ κείμενα παλεύουν μὲ νοήματα καὶ καταστάσεις, ἀγωνιοῦν ἐκεῖ ὅπου τὰ πράγματα φαίνεται νὰ τὰ συσκοτίζει ἡ συνήθεια, κοπιάζουν καὶ ζητοῦν τὸν κόπο τοῦ ἀναγνώστη. Κάθε κείμενο εἶναι μιὰ ἀπόπειρα ὅλο κι ὅλο, ἀλλὰ δὲν γίνεται νὰ πορευτοῦμε ἀλλιῶς. «Μὴ ἀποκνήσωμεν πρὸς τὴν ἔρευναν», κατὰ τὴν παρότρυνση τοῦ Μ. Βασιλείου. Μὴν παρατήσουμε τὴν ἔρευνα – εἴτε ἀπὸ ὀκνηρία εἴτε ἀπὸ φόβο.
Ὁ π. Ἰωάννης Μπὲρ πραγματεύεται τὴ λειτουργία τοῦ ἄντρα καὶ τῆς γυναίκας, στὸ πλαίσιο μιᾶς ἰδιαίτερης κίνησης: τῆς κίνησης ἀπὸ τὸ ἄρσεν καὶ τὸ θῆλυ πρὸς τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, μέσα ἀπὸ τὴν ἀναγέννηση τὴν ὁποία ἀπεργάζεται ὁ ἐργαζόμενος Θεὸς καὶ τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Πανωραία Κουφογιάννη καταδεικνύει τὴ διάβρωση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς ἀπὸ ἀντιχριστιανικὰ στὴν πραγματικότητα στερεότυπα σὲ βάρος τῶν γυναικῶν· στερεότυπα ὅμως τὰ ὁποῖα βιώνονται πλέον ὡς ἡ παράδοση.
Ὁ π. Μπράντον Γκάλλαχερ προσεγγίζει μὲ παρρησία καὶ ὀδύνη τὸ θέμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας, προσπαθώντας νὰ διακρίνει ποιές εἶναι οἱ δυνατότητες καὶ ποιές οἱ δυσκολίες στὴ συνάντηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς παράδοσης μὲ τὸ σήμερα. Βασικὸ ἐρώτημα ποὺ ἀπασχολεῖ τὸν συγγραφέα, εἶναι ἂν αὐτὸ ποὺ ἐκλαμβάνουμε αὐτονόητα καὶ ἀνέλεγκτα ὡς παράδοση, εἶναι ὄντως παράδοση· καὶ ἂν ἀντέχουμε νὰ δοῦμε ὅτι ἡ παράδοση περιλαμβάνει προβληματικὲς πλευρὲς ποὺ τὶς ἀποσιωπᾶ ἡ σημερινὴ ἐξιδανίκευσή της.
Ἡ Μαρὶ Μπαλμαρὶ ἐξετάζει διεισδυτικά, μὲ ἐργαλεῖα ψυχαναλυτικὰ καὶ θεολογικά, τὴ σημασία τοῦ νόμου στὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀναμέτρηση τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης μαζί τους.
Τέλος, ὁ Ρόουαν Οὐίλλιαμς, τέως ἀρχιεπίσκοπος Κάντερμπερυ (Ἀγγλικανός), ἐρευνᾶ τὴ σημασία τῆς σωματικότητας καὶ τῆς ἐπιθυμίας στὴ σεξουαλικὴ σχέση. Εἶναι ἕνα κείμενο δύσκολης γραφῆς, καὶ ὁ ἀναγνώστης καλεῖται νὰ ὑπερβεῖ τὴν ἔνταση τῶν διατυπώσεων, γιὰ νὰ προσπελάσει τὰ καίρια ἐρωτήματα ποὺ θέτει ὁ συγγραφέας ἐπὶ τάπητος.
Ὁλόκληρο τὸ τεῦχος πασχίζει νὰ εἶναι μία ἔκκληση. Μιὰ ἔκκληση κατὰ τῆς ὀκνηρίας καὶ τοῦ φόβου.
Θ.Ν.Π.
1. Μ. Βασίλειος, Εἰς τὴν ἑξαήμερον, ὁμιλία Β΄, PG 29,28D.